Γράφει ο Σπύρος Κοντέσης
Παρακολουθώντας τηλεοπτικές σειρές για ανεξιχνίαστες αστυνομικές υποθέσεις -τις cold cases των Αγγλοσαξόνων- διαπιστώνει κάποιος πως πίσω από καθεμιά από αυτές βρίσκεται συνήθως είτε η οικογένεια του θύματος που αναζητά Δικαιοσύνη και λύτρωση είτε ένας επίμονος αστυνόμος ντετέκτιβ, που τη ζωή του στοιχειώνει ένα ανεξιχνίαστο έγκλημα και η αδυναμία του να το διαλευκάνει. Οι υποθέσεις αυτές, που είναι χιλιάδες ανασύρονται κατά καιρούς με εκκλήσεις προς τους πολίτες μήπως τυχόν υπάρχει κάτι νέο που θα μπορούσαν να συνεισφέρουν στην έρευνα. Κάποιο τυχαίο γεγονός ή ένα άσχετο στοιχείο που θα μπορούσε ωστόσο να φανεί χρήσιμο οδηγώντας στην εξιχνίαση κάποιου παλαιού εγκλήματος. Δεν ξεχνιούνται τα θύματα -ή δεν πρέπει να ξεχνιούνται- και είναι πολλές οι περιπτώσεις που δράστες τέτοιων εγκλημάτων έχουν οδηγηθεί στη Δικαιοσύνη και έχουν λογοδοτήσει ακόμη και δεκαετίες μετά την τέλεση του αδικήματος.
Και αυτό είναι το κίνητρο για να μην σταματά η έρευνα ακόμη κι όταν η υπόθεση είναι χαρακτηρισμένη ως «ανεξιχνίαστη». Καθώς, όπως λένε οι ειδικοί, «τέλειο έγκλημα δεν υπάρχει».
Στα τέλη Νοεμβρίου, ανακοινώθηκε μια εκπληκτική ανακάλυψη σε μια υπόθεση που χρονολογείται πριν από περισσότερες από τρεις δεκαετίες, καθώς ένας συνταξιούχος συνελήφθη για τη διαβόητη δολοφονία «Lady in the Lake» (μτφ. Η κυρία στη λίμνη). Η 26χρονη Σάνι Γουόρεν, εξαφανίσθηκε το 1987, ενώ κούρευε το γρασίδι στον κήπο του σπιτιού της. Βρέθηκε δεμένη, φιμωμένη και πνιγμένη στο Taplow Lake, στο Bucks (Μπάκιγχαμσιρ της Νοτιοανατολικής Αγγλίας). Κανείς δεν συνελήφθη ποτέ για το έγκλημα, αλλά η αστυνομία του Τhames Valley ανακοίνωσε ότι συνέλαβε έναν 65χρονο άνδρα ως ύποπτο για τη δολοφονία της…
Man due in court over 1987 death of Shani Warren https://t.co/d3AmEY6SVs
— BBC News (UK) (@BBCNews) November 26, 2021
Μια τηλεοπτική σταρ που δολοφονήθηκε στο κατώφλι του σπιτιού της, μια μαμά που πυρπολήθηκε στην αυλή μιας εκκλησίας, ένα εντυπωσιακό μοντέλο που μαχαιρώθηκε μέχρι θανάτου και οι δολοφονίες του Jack the Stripper είναι μερικά μόνο από τα φρικτά μυστήρια των cold cases που εξακολουθούν να μπερδεύουν την αστυνομία της Μεγάλης Βρετανίας μέχρι σήμερα.
Σταρ της τηλεόρασης δολοφονήθηκε στο κατώφλι του σπιτιού της
Η δολοφονία της Τζιλ Ντάντο στις 26 Απριλίου 1999 συγκλόνισε τον κόσμο. Η πρώην σταρ του Crimewatch (σ.σ. βρετανικό τηλεοπτικό πρόγραμμα παραγωγής του BBC, το οποίο ανασυνθέτει σημαντικά ανεξιχνίαστα εγκλήματα προκειμένου να αντλήσει πληροφορίες από το κοινό που μπορεί να βοηθήσουν στην επίλυση της υπόθεσης) δολοφονήθηκε με μια σφαίρα στο κατώφλι του σπιτιού της στο Φούλαμ του Δυτικού Λονδίνου σε ηλικία 37 ετών, με έναν γείτονα να τη βρίσκει 14 λεπτά αργότερα σωριασμένη μέσα σε μια λίμνη αίματος.
Η Σκότλαντ Γιαρντ εξαπέλυσε ένα τεράστιο ανθρωποκυνηγητό που διήρκεσε έναν ολόκληρο χρόνο, αλλά η έρευνα δεν κατάφερε να αποκαλύψει κανέναν ξεκάθαρο ύποπτο. Τελικά, εστίασαν την προσοχή τους στον Μπάρι Τζορτζ, έναν μοναχικό τύπο που ζούσε σε απόσταση μικρότερη του ενός χιλιομέτρου από το σπίτι της Τζιλ και είχε προηγούμενες καταδίκες για παρακολούθηση γυναικών. Ο Τζορτζ φυλακίστηκε για τη δολοφονία τον Ιούλιο του 2001, αλλά η υπόθεσή του ήταν διάτρητη και αδύναμη λόγω έλλειψης ουσιαστικών αποδεικτικών στοιχείων. Τελικά δικάσθηκε εκ νέου και αθωώθηκε από το Δικαστήριο τον Αύγουστο του 2008. Η πραγματική ταυτότητα του δολοφόνου της Τζιλ παρέμεινε μυστήριο μετά την απελευθέρωση του Τζορτζ.
Ενώ η αστυνομία ερεύνησε αρκετούς άνδρες που είχαν παλαιότερα σχέσεις με την παρουσιάστρια της τηλεόρασης, όλοι απαλλάχθηκαν των υποψιών. Μια από τις πλέον επικρατούσες θεωρίες της αστυνομίας είναι ότι την δολοφόνησε ένας Σέρβος εκτελεστής. Οι ειδικοί επισημαίνουν ότι δολοφονήθηκε με μία σφαίρα μόνον -το χαρακτηριστικό γνώρισμα ενός πληρωμένου δολοφόνου- και πως ο δράστης μπόρεσε να ξεγλιστρήσει ανενόχλητος μετά τη δολοφονία στο φως της ημέρας αφού σκότωσε την Τζιλ στις 11.30 το πρωί. Το BBC είχε κάνει καμπάνια εβδομάδες πριν από το θάνατό της, συγκεντρώνοντας χρήματα για όσους διέφυγαν από την εθνοκάθαρση στα Βαλκάνια. Το Ηνωμένο Βασίλειο είχε συμμετάσχει με τις δυνάμεις του ΝΑΤΟ βομβαρδίζοντας τις σερβικές δυνάμεις. Είχε επίσης βομβαρδίσει και την έδρα ενός ειδησεογραφικού οργανισμού στη χώρα προκαλώντας τον θάνατο 16 υπαλλήλων. Την επομένη της δολοφονίας της Ντάντο, ο Λόρδος Χολ, ο οποίος ήταν ο επικεφαλής του τμήματος Ενημέρωσης του BBC, αποκάλυψε ότι του τηλεφώνησε ένας άνδρας με ανατολικοευρωπαϊκή προφορά λέγοντας: «Ο πρωθυπουργός σας Μπλερ έσφαξε αθώους νέους κι εμείς ανταποδώσαμε τη σφαγή».
Οι «γυμνοί φόνοι» του Jack the Stripper
Αρχικά γνωστές ως «Hammersmith nude killings», (μτφ. «γυμνές δολοφονίες του Χάμμερσμιθ») οι δολοφονίες του Jack the Stripper κατά τη δεκαετία του 1960 μπερδεύουν τους αστυνομικούς από τότε μέχρι και σήμερα.
Σε μια δολοφονική μανία που κράτησε ένα χρόνο, έξι ιερόδουλες δολοφονήθηκαν κοντά στον Τάμεση -βρέθηκαν γυμνές και με βγαλμένα τα δόντια. Το πρώτο θύμα ήταν η 30χρονη Χάννα Τέιλφορντ που βρέθηκε δίπλα στο ποτάμι στο Χάμμερσμιθ τον Φεβρουάριο του 1964.Η Αϊρίν Λόκγουντ, 25 ετών, και η ΄Ελεν Μπαρτέλεμυ, 22 ετών, βρέθηκαν νεκρές εκεί κοντά μερικές εβδομάδες αργότερα, ενώ τα λείψανα της 30χρονης Μαίρη Φλέμινγκ ανακαλύφθηκαν μέσα σε ένα γκαράζ. Το σώμα της 21χρονης Φράνσις Μπράουν ανακαλύφθηκε στο Κένσινγκτον τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου και τον επόμενο Φεβρουάριο η Ιρλανδή μετανάστης Μπρίτζετ Ο’ Χάρα βρέθηκε δολοφονημένη στο Άκτον.
Ένας αριθμός υπόπτων ταυτοποιήθηκε, συμπεριλαμβανομένου του φύλακα- σεκιούριτι Mούνγκο Άιρλαντ, ο οποίος αυτοκτόνησε λίγο μετά την ταυτοποίηση. Ωστόσο, πιστεύεται ότι βρισκόταν στη Σκωτία την εποχή των δολοφονιών. Ο πρώην παγκόσμιος πρωταθλητής πυγμαχίας και Αστυνομικός Διευθυντής Φρέντι Μιλς ήταν επίσης ύποπτος αφού ο δημοσιογράφος Πίτερ Νιλ είπε στην αστυνομία ότι είχε λάβει πληροφορίες από έναν εν ενεργεία αρχιεπιθεωρητή της Αστυνομίας ότι « εκείνος σκότωσε τις γυμνές ιερόδουλες». Όμως οι κατηγορίες αυτές δεν αποδείχθηκαν. Ο πιο πρόσφατος ύποπτος είναι ο υπάλληλος καταστήματος Χάρολντ Τζόουνς, ο οποίος ήταν μόλις 15 ετών όταν σκότωσε την οκτάχρονη Φρέντα Μπέρνελ στην Ουαλία το 1921.
Αργότερα ομολόγησε την ενοχή του για τη δολοφονία της 11χρονης Φλόρενς Λίτλ, το σώμα της οποίας έκρυψε στη σοφίτα του σπιτιού των γονιών του. Πέθανε τον Ιανουάριο του 1971. Ο Ντέιβιντ Γουίλσον, καθηγητής Εγκληματολογίας στο Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ, πέρασε 15 μήνες ερευνώντας τις δολοφονίες και παρουσίασε τα ευρήματά του στους αστυνομικούς το 2019, ισχυριζόμενος ότι ο Τζόουνς ζούσε στο Δυτικό Λονδίνο τη δεκαετία του 1960.
Ακρωτηριασμένο παιδικό σώμα στον Τάμεση
Το απόγευμα της Παρασκευής 21 Σεπτεμβρίου 2001, το ακρωτηριασμένο σώμα ενός μικρού παιδιού ανακαλύφθηκε να επιπλέει στον Τάμεση προς την γέφυρα Tower Bridge. Τα άκρα και το κεφάλι του αγοριού είχαν αφαιρεθεί και το μόνο ρούχο ήταν ένα πορτοκαλί σορτς γύρω από τα κολοβωμένα πόδια του. Ελλείψει ταυτοποίησης, η αστυνομία ονόμασε το σώμα Άνταμ. Η αστυνομία πιστεύει ότι ο Άνταμ ήταν από τη Νιγηρία και δολοφονήθηκε ως μέρος μιας δυτικοαφρικανικής τελετουργίας μαγείας. Παρά το γεγονός ότι υπήρξε μια πιθανή ταυτοποίηση του Άνταμ ως Πάτρικ Έρχαμπορ, ένα παιδί που μεταφέρθηκε στο Λονδίνο από τη Γερμανία μετά την απέλαση των γονιών του στη Νιγηρία, κανείς δεν έχει κατηγορηθεί για τη δολοφονία του και η υπόθεση παραμένει ανοιχτή.
Έβαλαν φωτιά σε μια μητέρα -αφού της έδεσαν τα μάτια- στο προαύλιο εκκλησίας
Η Τρέισι Μέρτενς δολοφονήθηκε με βίαιο και φρικτό τρόπο στις 23 Δεκεμβρίου 1994 -έχοντας δεμένα τα μάτια την περιέλουσαν με βενζίνη και της έβαλαν φωτιά σε μια εκκλησία του Τσεσάιρ. Η 31χρονη μητέρα δύο παιδιών βρέθηκε ετοιμοθάνατη, αλλά μπόρεσε να περιγράψει τους δύο δράστες της επίθεσης εναντίον της στην αστυνομία πριν πεθάνει στο νοσοκομείο. Είπε ότι οι δράστες της ήταν «δύο μαύροι άνδρες περίπου 30 ετών, μεγαλόσωμοι και χοντροί με προφορές Μπέρμιγχαμ», σύμφωνα με την Manchester Evening News. Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι η αστυνομία το περιέγραψε ως «ζωτική πληροφορία», κανείς δεν έχει κατηγορηθεί ποτέ για τον θάνατό της.
Η Τρέισι ζούσε στο Ρότσντεϊλ του Μάντσεστερ, με τα παιδιά της και τον σύντροφό της Τζόι Κάβανο, φερόμενο ως χρήστη σκληρών ναρκωτικών με τον οποίο είχε τεταμένες σχέσεις. Ο Τζόι είχε πάει στο Μπέρμιγχαμ την ημέρα της δολοφονίας της. Σύμφωνα με την αστυνομία, δύο άνδρες είχαν χτυπήσει την πόρτα της Τρέισι ρωτώντας πού βρισκόταν ο σύντροφός της. Στη συνέχεια της έδεσαν τα μάτια και την πήγαν δια της βίας στο προαύλιο της εκκλησίας με ένα κίτρινο Ford Escort. Πέντε ώρες αργότερα, η Τρέισι βρέθηκε από έναν περαστικό, με το σώμα της καλυμμένο με εγκαύματα κατά 95 τοις εκατό -η αστυνομία βρήκε αργότερα ένα άδειο δοχείο βενζίνης εκεί κοντά.
«Κουνελάκι» του Playboy Club κατακρεουργήθηκε στο σπίτι της
Η Ιβ Στράτφορντ ήταν ένα δημοφιλές κορίτσι, που εργαζόταν ως «κουνελάκι» στο Playboy Club στην αριστοκρατική Park Lane του Λονδίνου. Στις 18 Μαρτίου 1975, βρέθηκε από τον φίλο της Τόνι Πριστ, ο οποίος ήταν ο τραγουδιστής του ροκ συγκροτήματος Onyx, μαχαιρωμένη με 12 μαχαιριές στο λαιμό. Το 22χρονο λαμπερό μοντέλο είχε πέσει θύμα βιασμού, τα χέρια της ήταν δεμένα πίσω από την πλάτη της και μια νάιλον κάλτσα ήταν δεμένη σφιχτά γύρω από τον έναν από τους αστραγάλους της. Δίπλα στο κατακρεουργημένο κορμί της βρισκόταν ένα μπουκέτο λουλούδια.
Ένας γείτονας είχε ακούσει την Ιβ και έναν άντρα να μιλάνε περίπου στις 4.30 το απόγευμα εκείνη την ημέρα. Η αστυνομία πιστεύει ότι γνώριζε τον δολοφόνο της -επειδή δεν υπήρχε κανένα σημάδι διάρρηξης. Η δολοφονία της συνδέθηκε αργότερα με τη δολοφονία της 16χρονης Λιν Γουίντον , η οποία βιάστηκε και δολοφονήθηκε σε ένα δρομάκι στο Hounslow τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου. Το ίδιο DNA εντοπίστηκε στα δύο θύματα, που δεν γνωρίζονταν μεταξύ τους, το 2007. Κανείς δεν έχει κατηγορηθεί για τη δολοφονία της μέχρι σήμερα.
Μυστηριώδης εξαφάνιση εργαζόμενου σε πλοίο
Ο Κέβιν Ντάντον, από το Έσσεξ, εξαφανίστηκε από ένα πλοίο, που εκτελούσε δρομολόγια στην Βόρεια Θάλασσα και επέστρεφε από το Βέλγιο στις 21 Σεπτεμβρίου του 1980. Ο 22χρονος εργαζόταν σε μια ναυτιλιακή εταιρεία με την επωνυμία Townsend Thoresen σε ένα μεγάλο πλοίο που ονομαζόταν Viking Viscount και εθεάθη τελευταία φορά γύρω στις 6.30 μ.μ. καθώς το πλοίο ταξίδευε στα ανοιχτά του Σάρρεϊ. Ακολούθησε εκτεταμένη έρευνα για την ανεύρεση του νεαρού τόσο κατά τη διάρκεια του πλου όσο και μετά τον ελλιμενισμό του φέριμποτ στο Felixstowe, με την ακτοφυλακή να ξεκινά έρευνα για την ανεύρεση «ανθρώπου στη θάλασσα». Δυστυχώς, δεν βρέθηκε ποτέ το παραμικρό ίχνος του, ζωντανού ή νεκρού.