Απαγορεύεται ρητά η αναπαραγωγή, αναδημοσίευση, αντιγραφή, αποθήκευση, μετάδοση, διανομή, έκδοση, εκτέλεση, «μεταφόρτωση» (download), μετάφραση, τροποποίηση με οποιονδήποτε τρόπο, τμηματικά ή περιληπτικά χωρίς τη ρητή προηγούμενη έγγραφη συναίνεση του kefaloniapress.gr

Η  λιμνοθάλασσα του Κουτάβου,  μπορεί να δημιουργήθηκε μετά την κατασκευή της γέφυρας De Bosset  αλλά ο μυχός του κόλπου στην  περιοχή με το ομώνυμο όνομα έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη γέννηση του Αργοστολίου για αυτό κι η ιστορία της πόλης είναι αλληλένδετη μαζί του.

Για αρχή να σταθούμε λίγο στο όνομα  που κατά την επικρατέστερη εκδοχή οφείλει στην αρχαιοελληνική λέξη Κότταβος και περιγράφει την λεκάνη ή την ανοικτή χάλκινη φιάλη που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι Έλληνες στα συμπόσια και που  με  τα χρόνια επικράτησε ως Κούταβος.

γράφει η  Μαρία Μαρκάτου-Αλυσανδράτου

Άλλες δυο εκδοχές έχουν καταγραφεί σχετικά με την ονομασία, όπως αναφέρει ο  Αγγελο-Διονύσης Δεμπόνος  ‘’Κούταβος το χρονικό ενός βάλτου’’ Αργοστόλι 1999 σελ.23 . Η μία υποστηρίζει ότι το τοπωνύμιο προήλθε από τα ανεπιθύμητα κουτάβια που πέταγαν οι κάτοικοι την εποχή της Ενετοκρατίας. Η δεύτερη υποστηρίζει ότι το όνομα προέρχεται από τον Ζακυνθινό ταγματάρχη Κουτούβαλη που μεταξύ 1540 και 1569 υπηρέτησε στη φρουρά της Κεφαλονιάς. Η θεωρία υποστηρίζει ότι η περιοχή δόθηκε ως ανταμοιβή στον ταγματάρχη επειδή πολέμησε   επανειλημμένα και νικηφόρα εναντίον του  Δραγούτου, πρωτοπαλίκαρου του διαβόητου πειρατή Μπαρμπαρόσσα.

Και οι δυο  εκδοχές ωστόσο απορρίπτονται κατηγορηματικά, δεδομένου ότι στο ”Πρακτικό της Λατινικής Επισκοπής Κεφαλληνίας του 1264”, στο οποίο αναφέρονται τα κτήματα της κραταιάς  Λατινικής Επισκοπής, υπάρχει αναφορά  στην περιοχή ”Κουτάβου” πολύ προγενέστερα της Ενετοκρατίας.

Ο Κούταβος  προσεισμικά

Η λιμνοθάλασσα  του Κουτάβου ανάμεσα στα υψώματα Ράχη και Καστέλι, τα οποία είναι ασβεστολιθικής σύστασης, δέχεται μονίμως  υπόγεια νερά, τα οποία με ην σειρά τους τροφοδοτούν τις πηγές της γύρω περιοχής. Σε αυτές τις πηγές που αναμιγνύονται με το νερό της θάλασσας οφείλεται η υφάλμυρη φύση της. Η μόνη πηγή που δεν χύνεται στη λιμνοθάλασσα είναι η Νερομάνα που χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα για την ύδρευση του Αργοστολίου.

Η έκταση της λιμνοθάλασσας ήταν κατά 1/3 τουλάχιστον μεγαλύτερη  από την σημερινή αλλά με τις κατά καιρούς επιχωματώσεις και  τα μπαζώματα που δέχθηκε  από τα ερείπια των κτιρίων που έπεσαν το 1953, υπολογίζεται ότι έχασε περίπου το 35% της αρχικής της έκτασης.

Σήμερα η συνολική της επιφάνεια υπολογίζεται γύρω 1.300.000 τ.μ ή αλλιώς 1.300 στρέμματα με μέσο βάθος τα 80 εκατοστά, 20 εκατοστά στο πιο ρηχό  σημείο και το βαθύτερο  της  αυτό των  3 μέτρων να βρίσκεται στην αρχή της γέφυρας μπροστά από του Αριστοφάνη.

Όσον αφορά την θερμοκρασία της, το ελάχιστο που έχει φτάσει είναι 0 ο Κελσίου. Δεν έχει καταγραφεί ποτέ να έχει παγώσει κατά την διάρκεια του χειμώνα, με εξαίρεση  ελάχιστων περιπτώσεων όπου πάγωσαν μόνο οι ακτές της.  Η επιφάνεια του νερού έχει εποχιακή διακύμανση και το χρώμα της είναι αυτό της θάλασσας με την οποία βρίσκεται σε άμεση επαφή. Οι ακτές της νοτιοανατολικής πλευράς έχουν μείνει σχεδόν αναλλοίωτες μέχρι σήμερα ενώ οι νοτιοδυτικές ακτές του Κουτάβου  έχουν υποστεί την ανθρώπινη παρέμβαση πάρα πολλές φορές.

Βυθομέτρηση της λιμνοθάλασσας του Κουτάβου 

Για να  φανταστούμε καλύτερα το μέγεθος των επιχωματώσεων και την διαφοροποίηση της ακτογραμμής  να αναφέρουμε ότι ο σημερινός ναός του Αγίου Νικολάου των Ξένων επί της οδού Βεργωτή ήταν κάποτε παραθαλάσσιος και σήμερα είναι  χτισμένος εκεί που ήταν και προσεισμικά. Το ίδιο ισχύει και για το Λιθόστρωτο του οποίου όλη η ανατολική πλευρά ήταν τμήμα του κόλπου.

Ολόκληρη επίσης  η έκταση των Λυκιαρδοπουλάτων και της  Γεωργικής Σχολής μέχρι τον Άγιο Νικόλαο των Ξένων κι όπου σήμερα το στάδιο Ανδρέας Βεργωτής, αποτελούσε το 1675 τμήμα της σημερινής λιμνοθάλασσας, που  κάποια στιγμή βάλτωσε πιθανόν λόγω καταστροφής των απορροϊκών χαντακιών κι αργότερα  εντάχθηκε αρκετές φορές σε προγράμματα  αποξήρανσης, όπως θα δούμε παρακάτω.

Σε πρώτο πλάνο το Βέγειο Ψυχιατρείο κι από κάτω ο ναός του Αγίου Νικολάου των Ξένων, προσεισμικά

Σήμερα Κούταβο ονομάζουμε την λιμνοθάλασσα που δημιούργησε η κατασκευή της γέφυρας De Bosset  το 1812 αλλά τα χρόνια που εξιστορούμε το όνομα αυτό ανήκε στην έκταση που ακολουθούσε στο τέλος του κόλπου. Μιλάμε για πεδινή έκταση στην στάθμη σχεδόν της θάλασσας με κύριο συστατικό το βούρκο και την λάσπη ανάμικτη με οργανικές ύλες που πνίγεται στα βούρλα, τα βατράχια, τα νερόφιδα και τις βδέλλες.

Πίσω της και μέχρι τα υψώματα  της αρχαίας Κράνης, η μορφολογία του εδάφους άλλαζε ριζικά, το έδαφος γινόταν σταθερό, στεγνό κι εύφορο  με περιβόλια, οπωροφόρα δέντρα και λαχανόκηπους. Εντός του υπήρχαν ανεμόμυλοι, νερόμυλοι και κυνηγότοποι.

Γκραβούρα του Αργοστολίου από την πλευρά των εύφορων κτημάτων του Κουτάβου το 1836, του Άγγλου λοχαγού Irton

Αυτή  η εύφορη έκταση ανήκει σε ιδιώτες, αποφέρει σημαντικό εισόδημα στους ιδιοκτήτες της και είναι στρατηγικής σημασίας αφού  στην γειτνιάζουσα νοτιοανατολική γωνία της λιμνοθάλασσας   ξεχύνεται σε αφθονία το πολύτιμο πόσιμο  νερό που θα ξεδιψάσει αργότερα την πόλη του Αργοστολίου.

Από την Αρχαιότητα μέχρι την Βρετανική Κυριαρχία

Μέχρι όμως να φτάσουμε σε εκείνη την εποχή, να πιάσουμε το νήμα της ιστορίας του Κουτάβου από την αρχαιότητα κι από τότε που   αποτελούσε το λιμάνι  της ισχυρής αρχαίας Κράνης, μια από τις τέσσερις πόλεις-κράτη του νησιού. Αυτή  βρισκόταν  στον μυχό του κόλπου και χτισμένη πάνω από τους λόφους που δεσπόζουν στην πεδινή περιοχή της σημερινής Κρανιάς.

Τα τείχη της ήταν φτιαγμένα από θεόρατους ογκόλιθους, τοποθετημένους ο ένας πάνω στον άλλο με περίμετρο περίπου 3 χιλιόμετρα τα γνωστά μας Κυκλώπεια, όπως αναφέρει ο Γ.Μοσχόπουλος Ιστορία της Κεφαλονιάς εκδ.Κέφαλος Αθήνα 1999, τ. Α σελ.23.

Τμήμα των τειχών της Αρχαίας Κράνης το 1920 κατά την επίσκεψη περιηγητών

Τμήμα των τειχών της Αρχαίας Κράνης  στις μέρες μας(φωτογραφία Μπάμπη Βασιλάτου)

Το λιμάνι, φτιαγμένο κάτω από λόφο όπου δέσποζε η ακρόπολη της αρχαίας Κράνης, το  συναντάμε με τις ονομασίες porto de la Zephalonia ή porto de l’Arsenal  στην νοτιο-ανατολική πλευρά της λιμνοθάλασσας, κοντά στους Αγίους Αποστόλους και στις πηγές του Πινιατώρου.

Από αυτή την πληροφορία αντιλαμβανόμαστε ότι το λιμάνι και κάποιες απαραίτητες ναυπηγικές εγκαταστάσεις διατηρούνταν για  εκατονταετίες σε βάθος που εξυπηρετούσε τα πλοία  της εποχής και τις εμπορικές συναλλαγές χάρη σε ανθρώπινες παρεμβάσεις, με αποτέλεσμα ο Κούταβος να μη βαλτώνει. Ο Λοβέρδος Κωστής Ιωάννης στην Ιστορία της νήσου Κεφαλληνίας έτους 1888 σελ.55, αναφέρει ”ερείπια μικρού κτιρίου μετά στηλών τετραγώνων εκτισμένων μετ’ ασβέστου όπερ ίσως εχρησίμευεν εις ναυπηγείον”. Το τοπωνύμιο ”Κολώνες” που διέσωσε η παράδοση αναφέρεται σε αυτές τις εγκαταστάσεις, των οποίων  τα υλικά  χρησιμοποιήθηκαν πολύ αργότερα για την κατασκευή του Δικαστικού Μεγάρου του Νάπιερ αλλά και για την επίστρωση δρόμων στο Αργοστόλι.

Χάρτης απεικόνισης του Κουτάβου και της Ακρόπολης της Αρχαίας Κράνης από τον Γερμανό γεωγράφο Δρα Ιωσήφ Παρτς( Partsch) το 1892

Όλα αυτά μέχρι την έλευση των Ρωμαίων στο νησί, οι οποίοι για πολιτικο-στρατωτικο-οικονομικούς λόγους μετατοπίζουν το κέντρο εξουσίας πιθανόν προς την Παλική  εγκαταλείποντας τις εγκαταστάσεις του λιμανιού και τα εξυγιαντικά έργα που διατηρούσαν το βάθος του έτσι ώστε ο μυχός του κόλπου να ξαναγίνει τέλμα, κατάσταση που συνεχίζεται και επί Βυζαντινής εξουσίας.

Γύρω στο 1200, οι Φράγκοι επαναφέρουν το κέντρο εξουσίας στην περιοχή της Κράνης και στο λόφο του Αγίου Γεωργίου οικοδομούν ή για άλλους αναδιοργανώνουν  το ξακουστό Κάστρο της και την περίφημη καστροπολιτεία του, με την θαλάσσια διέξοδο της στην περιοχή του Κουτάβου.  Διοικητικό κέντρο που παραμένει και με τον ερχομό των Ενετών το 1500, γεγονός που αποδεικνύει ότι η έξοδος του προς την θάλασσα, η λιμνοθάλασσα δηλαδή του Κουτάβου είχε και πάλι εξυγιανθεί.

Την ίδια περίπου εποχή και συγκεκριμένα το 1264 ο κόμης Κεφαλονιάς, Ζακύνθου και Ιθάκης Ρικάρντο Ορσίνι συντάσσει σε συνεργασία με τον Λατίνο Επίσκοπο Ερρίκο da Padova, το περίφημο Πρακτικόν της Λατινικής Επισκοπής Κεφαλληνίας κι εκεί καταγράφουν την περιουσία της Καθολικής Εκκλησίας για να διασφαλίσουν τα περιουσιακά της δικαιώματα.

Σε αυτό το πολύτιμο έγγραφο που δυστυχώς κάηκε στην μετασεισμική πυρκαγιά στη Ζάκυνθο μετά τους σειμούς του 1953, πρωτοεμφανίζεται όπως προαναφέραμε το όνομα Κούταβος και καταγράφονται τα αποδοτικότατα κι εύφορα αγροτεμάχια της Καθολικής Εκκλησίας στην περιοχή, που χάρη στα συνεχή αποστραγγιστικά έργα δεν βαλτώνει και προσφέρονται ως ανταμοιβή για συνεχή εκμετάλλευση μαζί με τις αλυκές που αναφέρονται από εκείνα τα χρόνια στην περιοχή.

 

Οι αλυκές στον Κούταβο

Αυτή η κατάσταση  παραμένει και με τον ερχομό των Ενετών το 1500  που εντοπίζουν τις πηγές του Κουτάβου και την στρατηγική σημασία τους από κοινού με τους Ισπανούς, επιλέγοντας για αυτόν τον λόγο  την προσάραξη των πλοίων τους στο μυχό της λιμνοθάλασσας.

Από  το 1555 αρχίζει η σταδιακή παραχώρηση της εκκλησιαστικής περιουσίας στην Ενετική διοίκηση, η οποία  ξεκινάει να  προσφέρει αυτήν την εύφορη γη ως φέουδο κι ανταμοιβή με την   πρώτη παραχώρηση να  γίνεται στην οικογένεια Ν.Fasiol για εκμετάλλευση ενώ σε έγγραφο του νοτάριου Νικολάου Ρωμανού βρίσκουμε διαθήκη της Λάουρας Μενάγια συζύγου του Τζουάννη Ρεκολέρη στις 19 Σεπτεμβρίου 1570, στην οποία αφήνει μεταξύ άλλων στον γιο της το καινούριο όπως αναφέρει σπίτι στον Κούταβο με τα περιβόλια και τα κλήματα σταφίδας. Εκατό χρόνια μετά,  η Σικελικής καταγωγής οικογένεια των Πινιατώρων, μια από τις παλαιότερες και σημαντικότερες οικογένειες του νησιού, εγγεγραμμένη στην Χρυσή Βίβλο της Κεφαλονιάς, έχει στην κατοχή της την μεγαλύτερη έκταση του Κουτάβου, πιθανόν ως δώρο για την συνεχή κι ενεργό συμμετοχή της σε όλους τους πολέμους και τα μέτωπα των  Ενετο-Τουρκικών συρράξεων.

Χάρτης της Κεφαλονιάς το 1506

Το 1676 ιδιοκτήτης των κτημάτων στην περίμετρο του κόλπου είναι ο Νικόλαος Πινιατώρος και στην συνέχεια ο γιος του Μαρίνος, οι οποίοι για να διατηρήσουν τα χωράφια τους παραγωγικά προέβησαν σε έργα αποστράγγισης με αυλάκια απορροής. Με αυτόν τον τρόπο η περιοχή που γειτνίαζε με τα κτήματά τους  έπαψε να είναι βάλτος και νοσογόνα κι αυτό τους έδωσε την δυνατότητα να πειραματιστούν με διάφορες καλλιέργειες.  Αυτό πιστοποιείται κι από αναφορές του Ηλία Τσιτσέλη Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, Αθήνα 1904 τ.Α. σελ. 538 στον οποίον διαβάζουμε ότι ο Πινιατώρος ανέγειρε ‘’μεγαλοπρεπή έπαυλη’’ στον μυχό του κόλπου και διατηρούσε επίσης εκεί ιδιόκτητη εκκλησία με το όνομα Άη Γιάννης, που έφτασε μάλιστα μέχρι τους σεισμούς του 1953.

To 1757 οι Ενετοί μεταφέρουν την πρωτεύουσα του νησιού στο Αργοστόλι,το κάστρο του Αγίου Γεωργίου εγκαταλείπεται  κι ο μέχρι τότε μικρός οικισμός του Αργοστολίου αρχίζει σιγά-σιγά να παίρνει την μορφή πόλης. Κτίζονται οικοδομές, διαμορφώνονται δρόμοι, οι εμπορικές συναλλαγές μεταφέρονται προς την πλευρά της νέας  πόλης και το απάνεμο λιμάνι της γεμίζει με πλοία κάθε εθνικότητας.

Απεικόνιση του Αργοστολίου τον 17ο αιώνα σε ελαιογραφία αγνώστου ζωγράφου(το πρωτότυπο βρίσκεται στο Μουσείο Μπενάκη) 

Φτάνοντας στο 1791,  η νεοσυσταθείσα Αγροτική Ακαδημία επί προνοητή Angelo Maria Giorgio(1790-1792) θα αποτολμήσει  την καλλιέργεια Αιγυπτιακού σιταριού, δενδρώδους Αμερικάνικου βαμβακιού, ζαχαροκάλαμου, πατάτας  και  ινδικής(λουλάκι) από εισαγόμενες ποικιλίες και χρησιμοποιεί τον Κούταβο για φυτώριο και δοκιμαστήριο μεθόδων καλλιέργειας, όπως αναφέρει ο Τσιτσέλης. Δυστυχώς, αυτές οι πειραματικές καλλιέργειες δεν θα ευδοκιμήσουν γιατί σε λιγότερο από μια δεκαετία, με την κατάλυση της Ενετικής κυριαρχίας η Αγροτική Ακαδημία διαλύεται και τα εδάφη στον Κούταβο παραμελούνται.

Απόσπασμα από τα Κεφαλληνιακά Σύμμικτα του Ηλία Τσιτσέλη, Αθήνα 1904 τ.Α σελ.893

Από τους Άγγλους μέχρι την Ένωση 

Με την άφιξή τους οι Βρετανοί  βρίσκουν τον Κούταβο βάλτο, τα έργα αποστράγγισης εγκαταλελειμμένα και την ελονοσία να αποδεκατίζει τον πληθυσμό, ιδιαίτερα στις συνοικίες που γειτνίαζαν μαζί του όπως η περιοχή του Αγίου Νικολάου των Ξένων και τα Λυκιαρδοπουλάτα.

Λίγα χρόνια μετά γίνεται η πρώτη παρέμβαση στον κόλπο του Αργοστολίου που δεν αφορά την εξυγίανση του Κουτάβου αλλά την σύνδεση του Αργοοτολίου με την απέναντι πλευρά  και κατασκευάζεται ένα έργο πνοής για την πόλη, η γνωστή σε όλους γέφυρα Δεβοσέτου, που έγινε επί στρατιωτικού διοικητή της Κεφαλονιάς, Κάρολου Φιλίππου ντε Μποσσέ  (Charles Philippe de Bosset) το 1812. Με το έργο αυτό ο Κούταβος μεταβάλλεται  επίσημα  σε λιμνοθάλασσα και παραμένει έτσι ως τις μέρες μας.

Ο δεύτερος τοποτηρητής του νησιού ο Charles James Napier(1822-1830) είναι εκείνος που αντιλαμβανόμενος την επικινδυνότητα της κατάστασης αναθέτει στον φίλο και συνεργάτη του μηχανικό John P. Kennedy να εκπονήσει μελέτη για την αποξήρανση του Κουτάβου αλλά αυτό το σχέδιο έμεινε ανεκτέλεστο για δέκα περίπου χρόνια πιθανόν λόγω άρνησης της οικογένειας  Πινιατώρου να επιτρέψει παρέμβαση στην ιδιοκτησία της.

Το τοπογραφικό του Napier που απεικονίζει τα αποστραγγιστικά έργα στον Κούταβο, από το βιβλίο( Charles James Napier, The Colonies treating of their value generally–of the Ionian Islands in particular … Strictures on the administration of Sir Frederick Adam, London 1833,σελ.552-553

Ωστόσο, το 1837  με απόφαση της Ε΄Γερουσίας οι τοπικές κυβερνήσεις καταγράφουν εκτάσεις με λιμνάζοντα νερά και το 1848 ξεκινούν οι εργασίες αποξήρανσης  από την περιοχή των Λυκιαρδοπουλάτων που ανήκει στο δημόσιο και δεν απαιτεί ιδιαίτερες διαδικασίες.

Φωτογραφία που βρίσκεται στο βιβλίο του Αγγελο-Διονύση Δεμπόνου,Κούταβος το χρονικό ενός βάλτου,εκδ. Δήμου Αργοστολίου 1999, σελ.59

Λίγο αργότερα  με απόφαση του Επάρχου Σπυρίδωνα Φωκά-Λιναρδάτου συγκεντρώνονται όλα τα άχρηστα υλικά και μπάζα από εργασίες στα Αργοστολιώτικα σπίτια για να γεμίσουν τα βαλτωμένα σημεία ενώ ταυτόχρονα τοποθετούνται τεράστιοι ογκόλιθοι με την μορφή λιμενοκρασπέδων  για την συγκράτηση των υλικών επίχωσης. Αυτά τα σταθερά κρηπιδώματα έφτασαν μέχρι τους σεισμούς του 1953 αλλά η αλόγιστη απόρριψη μπαζών  μετασεισμικά, τα εξαφάνισε.

Ο κούταβος το 1949 με τα κρηπιδώματα στην ακτογραμμή

Δέκα χρόνια μετά και συγκεκριμένα στις 2 Οκτωβρίου  1858 ο Έπαρχος Κωνσταντίνος Ιγγλέσης δίνει εντολή στις Υγειονομικές Υπηρεσίες όλες οι σαβούρες των πλοίων που εκείνα τα χρόνια ρίχνονταν  στο λιμάνι να μεταφέρονται από τους πλοιάρχους στην προκυμαία μπροστά από την Σισιώτισσα και στην συνέχεια στο τέλμα των Λυκιαρδοπουλάτων για επίχωση.

Το σημείο της απόθεσης της σαβούρας των πλοίων μπροστά από την Σισιώτισσα σε φωτογραφία του 1909

Την ίδια χρονιά, η τοπική κυβέρνηση έρχεται σε συμφωνία με τους κληρονόμους Πινιατώρου κι εξογοράζει  την έκταση  τους που συνορεύει με τα Λυκιαρδοπουλάτα, με την συνδρομή και του βασιλικού ταμείου της Αγγλίας κατόπιν πρωτοβουλίας του  αρμοστή  William Edward Gladstone ενώ τον Μάιο του 1862 η οικογένεια Πινιατώρου παραχωρεί ελεύθερα και τις δικές της εκτάσεις στον Κούταβο για αποξήρανση, αρκεί αυτό να γίνει με έξοδα του δημοσίου. Χρονικά όμως, βρισκόμαστε λίγο πριν αρχίσουν οι συζητήσεις για την Ένωση, οπότε και προκύπτουν νέα  σημαντικά ζητήματα, τα οποία  απασχολούν τις τοπικές αρχές. Ταυτόχρονα το δημόσιο χρήμα εξαντλείται σε άλλες ανάγκες  κι έτσι τα έργα   αποξήρανσης του Κουτάβου  εγκαταλείπονται.

Από την Ένωση το 1864 μέχρι τους σεισμούς του 1953

Μετά την Ένωση, ότι είχε γίνει στον Κούταβο καταστράφηκε αφού δεν είχε ολοκληρωθεί και το κεντρικό κράτος στο οποίο πλέον ανήκουν τα νησιά, δεν δείχνει καμιά διάθεση για πραγματοποίηση έργων αλλά αντιθέτως απομυζά τα τοπικά έσοδα για να καλύψει δικές του ανάγκες σε πανελλαδικό επίπεδο.

Η κατάσταση στον μυχό του κόλπου χειροτερεύει, ο βάλτος κερδίζει συνεχώς έδαφος και μεγαλώνει επικίνδυνα, ο αέρας ιδιαίτερα το καλοκαίρι εκπέμπει αναθυμιάσεις, η ελονοσία κι ο μολυσματικός πυρετός θερίζει τους κατοίκους κι η δυσοσμία στις γειτνιάζουσες περιοχές είναι αφόρητη. Το 1872 όμως  ο δήμος Κρανίων όπως λεγόταν τότε, αποκτά από το δημόσιο και την Εγχώριο Περιουσία την κυριότητα των Λυκιαρδοπουλάτων έναντι του ποσού των 5.010 δραχμών.

Η πράξη έγκρισης της Νομαρχίας Κεφαλληνίας για την αγορά της έκτασης των Λυκιαρδοπουλάτων το 1872

Ωστόσο, μέσα σε αυτό το νοσηρό περιβάλλον το 1890 θα ξεκινήσουν έρευνες  για  τα νερά της περιοχής προκειμένου να υδροδοτηθεί το Αργοστόλι κι αυτό που τελικά θα ξεδιψάσει την πόλη ανακαλύπτεται μέσα στο τέλμα.

Το 1896 ο μεγαλέμπορος και κατοπινός ευεργέτης Μαρίνος Κοργιαλένειος διαβάζει στο Λονδίνο που ζει για το νοσογόνο Κούταβο κι υπόσχεται να χρηματοδοτήσει έργα αποξήρανσης αναθέτοντας την εκπόνηση μελέτης  στον στενό του φίλο  μηχανικό Πέτρο Πρωτοπαπαδάκη(1858-1922).

Πρόκειται για τον άνθρωπο που εργάστηκε ως  Διευθυντής των Έργων Τομής του Ισθμού της Κορίνθου το 1882 αλλά έγινε γνωστός περισσότερο για την πολιτική του σταδιοδρομία. Ως πρωθυπουργός  στη συμμαχική κυβέρνηση Γούναρη-Στράτου το 1922, μετά την Μικρασιατική καταστροφή καταδικάστηκε  σε θάνατο και τουφεκίστηκε στο Γουδί στις 15 Νοεμβρίου 1922 μαζί με τους συνεργάτες του.

Εν τω μεταξύ οι έρευνες για την αναζήτηση κατάλληλου νερού έχει αποδώσει καρπούς κι  εντός του Κουτάβου ανακαλύπτεται το πολύτιμο για το Αργοστόλι αγαθό. Αυτό,  το οποίο είχε ξεδιψάσει πολλές φορές τον Γερμανό γεωγράφο Ιωσήφ Παρτς κατά την πενταετή παραμονή του στο νησί μας (1885-1890) κι αναρωτιόταν γιατί οι κάτοικοι δεν το διοχέτευαν στα σπίτια τους την στιγμή μάλιστα που οι πηγές βρίσκονταν τόσο κοντά στην πόλη.

Το νερό που αναβλύζει από ρωγμές ασβεστολιθικού πετρώματος βρίσκεται  κοντά στο παλιό εκκλησάκι του Αη Γιάννη, είναι επιφανειακό, στα 80-100 μέτρα απόσταση από την θάλασσα και 75 εκατοστά από την επιφάνεια της. Η έκθεση ανάλυσής του από το Χημείο του Πανεπιστημίου Αθηνών στις 15 Ιουνίου 1890 μιλάει για διαυγές νερό με καλή γεύση, κατάλληλο προς πόσην παρότι περιείχε 32 γραμμάρια χλώριο ανά 100 λίτρα και την εποχή εκείνη πόσιμο κρίνεται το νερό που περιέχει μόνο 5. Η υψηλή επίσης περιεκτικότητα του σε χλωριούχο νάτριο θεωρείται από τους ειδικούς ότι θα ελαττωθεί αισθητά αν διασφαλιστεί η μη διείσδυση του θαλασσινού νερού στην πηγή. Αυτός ίσως είναι ο λόγος που πολλοί το θεωρούσαν υφάλμυρο και βληχό.

Η ανάλυση του Πανεπιστημίου το 1890

Για την υδροδότηση του Αργοστολίου  κατασκευάζονται τότε στην περιοχή οι βασικές εγκαταστάσεις του υδραγωγείου παρότι ο δήμος έχει συνιδιοκτήτες εκεί  κληρονόμους της οικογένειας Πινιατώρου.

Ειδική μνεία πρέπει να κάνουμε στο πρώτο και εξαιρετικής τέχνης πετρόκτιστο υδραγωγείο που βρισκόταν στην συνέχεια του μονοπατιού που οδηγούσε  στην Αγία Τριάδα, πίσω και επάνω στον λοφίσκο ακριβώς από το νυν υδραγωγείο. Μετά από εκβραχισμούς, οι τεχνίτες Πέτρος Σάρλος Ζαχαράτος, Γεράσιμος Σβορώνος Τσιγάντες, Σαράντης Αυγουστάτος και Γρηγόριος Τσιγάντες ανύψωσαν την δεξαμενή με σταυρολίθους 30 μέτρα επάνω από την επιφάνεια της θάλασσας και με ωφέλιμο ύψος 4 μέτρα.

Απομεινάρια του παλιού πετρόκτιστου υδραγωγείου(φωτογραφία  Άννας-Μαρίας Νάτση)

Η ύδρευση της πόλης εγκαινιάζεται το 1903 από τον δήμαρχο Σπύρο Ραζή-Λουκάτο(1895-1899 και 1899-1903) αλλά η κατάσταση στον Κούταβο εξακολουθεί να είναι προβληματική αφού τίποτα  δεν προχώρησε  ουσιαστικά με την πρωτοβουλία Μαρίνου Κοργιαλένιου παρά μόνο μετά τον θάνατό του το 1911.

Άποψη του έλους Κουτάβου το 1903 σε φωτογραφία των Victor Berard και Fred Boissonnas

Με το ξεκίνημα  του νέου αιώνα η κυβέρνηση Γεώργιου Θεοτόκη εκδίδει Βασιλικό Διάταγμα  στις 5 Οκτωβρίου 1908 κι απολλοτριώνει την βαλτώδη έκταση του Κουτάβου υπέρ της  Βαλλιάνειου Γεωργικής Σχολής, η οποία ιδρύθηκε από το κληροδότημα Παναγή Βαλλιάνου. Από εκείνο το διάταγμα η Σχολή είναι ο κύριος κάτοχος ολόκληρης της έκτασης συμπεριλαμβανομένου των πηγών, του μηχανοστάσιου, των δεξαμενών και των εγκαταστάσεων του υδραγωγείου κι είναι εκείνη που εκτελεί τις πρώτες εργασίες εξυγίανσης  στην περιοχή. Μέχρι όμως να εγκριθούν οι νέες πιστώσεις για την συνέχιση του έργου η κυβέρνηση Θεοτόκη πέφτει κι οι εργασίες σταματούν και πάλι.

Άποψη της νότιας ακτογραμμής του  Κουτάβου με το πρώτο πετρόκτιστο υδραγωγείο να διακρίνεται αριστερά επάνω

Ωστόσο, το 1910 ο δήμαρχος Σπύρος Φωκάς Κοσμετάτος (1903-1914 δενδροφυτεύει με πληθώρα δένδρων τα Λυκιαρδοπουλάτα κι ανάμεσά τους με 644 μουριές και 115 ευκάλυπτους για να αποστραγγίσει το έλος πλησίον της περιοχής, που στην συνέχεια γίνεται γνωστή με την ονομασία Μουριές.

Τον Απρίλιο του 1911 πεθαίνει στο Λονδίνο ο Μαρίνος Κοργιαλένειος, ο οποίος ανάμεσα στα τόσα κληροδοτήματα  που άφησε με την διαθήκη του, προικοδότησε με το ποσό των 16.000 λιρών στερλίνων την αποξήρανση του Κουτάβου.

Απόσπασμα από την διαθήκη του Μαρίνου Κοργιαλένεια αναφορικά με τον Κούταβο

Τον Νοέμβριο του 1912 ξεκινάει κι  η κατασκευή δρόμου από τα Λυκιαρδοπουλάτα προς Κούταβο με επίχωση της ακτής ώστε να δημιουργηθεί αμαξιτή οδός μέχρι την αρχή της γέφυρας όπου το  βυρσοδεψείο των αδελφών Στίιβα. Το έργο ξεκινάει με την μεταφορά  μπαζών και  χώματος ώστε να δημιουργηθεί επίχωση επάνω στην οποία θα πατήσουν τα συνεργεία  αλλά προχωράει με πολύ αργούς ρυθμούς κι όπως θα δούμε στην συνέχεια   ο δρόμος  ολοκληρώθηκε τελικά  15 χρόνια αργότερα κι είναι αυτός που σήμερα ονομάζουμε ως  ο γύρος του Κουτάβου.

Δυο χρόνια μετά και στις 23 Μαρτίου 1914 με το υπ’άριθμόν 14629 συμβόλαιο, ο δήμος Αργοστολίου κι η Βαλλιάνειος Γεωργική Σχολή ανταλλάσουν ιδιοκτησίες με αποτέλεσμα ο δήμος να αποκτήσει την έκταση στον Κούταβο με τις πηγές και τις εγκαταστάσεις ύδρευσης κι η Σχολή την έκταση των Λυκιαρδοπουλάτων ενώ στην αποξήρανση του βάλτου συμμετέχει  τότε και το Κοργιαλένειο Κληροδότημα σύμφωνα με την διαθήκη του Μαρίνου Κοργιαλένειου.

Το 1916 κι επί Γαλλικής κατοχής  η λιμνοθάλασσα βγαίνει σε πλειστηριασμό για να μεταβληθεί σε κλειστό ιχθυοτροφείο από τον πλειοδότη  ιχθυέμπορο Νικόλαο Τσιτσέλη, στον οποίον παραχωρείται για 12 χρόνια αντί του ποσού των 21.500 δραχμών.

Φωτογραφία της δεκαετίας 1920 όπου στο βάθος του Κουτάβου δεξιά διακρίνεται τμήμα της λιμνοθάλασσας που λειτουργεί ως ιχθυοτροφείο

Όπως αναφέρθηκε παραπάνω  με την ένταξη των Επτανήσων στην Ελλάδα τα Κεφαλονίτικα κληροδοτήματα με τις τεράστιες περιουσίες  τους κυρίως σε λίρες, δραχμοποιήθηκαν και μεταφέρθηκαν στον κεντρικό κρατικό προϋπολογισμό καθυστερώντας και περιπλέκοντας διαδικασίες που σε τοπικό επίπεδο απαιτούσαν άμεσες λύσεις. Σε μια τέτοια διένεξη με την Αθήνα δυο επίλεκτα μέλη της Τοπικής Επιτροπής Κοργιαλένειου Κληροδότηματος ο μετέπειτα  ευεργέτης Πλάτων Βέγιας κι ο Γεράσιμος Λσσκαράτος γιος του ποιητή, υποβάλλουν την παραίτηση τους για την καθυστέρηση ενεργοποίησης του Κληροδοτήματος στην αποξήρανση του Κουτάβου, που είχε πολύ δυσάρεστες επιπτώσεις σε χρόνο και χρήμα.

Κάπως έτσι φθάνουμε στο 1923 όταν το Κοργιαλένειο Διοικητικό Συμβούλιο με την υπ’αριθμόν 41 απόφαση της 16ης Ιουλίου 1923 αναλαμβάνει εξ ολοκλήρου την αποξήρανση του Κουτάβου με δικές της δαπάνες και τον όρο ότι με το πέρας των εργασιών η Βαλλιάνειος Γεωργική Σχολή θα πρέπει να φροντίζει για την καλή συντήρηση των έργων και την απαγόρευση απολλοτρίωσης τους.

Το έργο εκετελείται με τον απλό τρόπο της επιχωμάτωσης και της διάνοιξης δυο κύριων αποστραγγιστικών τάφρων στην θάλασσα, πλάτους 1,80μ επιστρωμένα στα πλάγια και στο κάτω μέρος με τσιμεντοκονίαμα για να αποτραπεί η ανάπτυξη φυτών και να διευκολύνεται ο καθαρισμός κι η συντήρησή τους.

Το ένα  κανάλι αποστράγγισης στις μέρες μας

Συμπληρωματική των παραπάνω εργασιών υπήρξε κι η δενδροφύτευση ευκαλύπτων και πεύκων από την Γεωργική Σχολή προς ταχεία ξήρανση του εδάφους και συντήρηση έτσι των αποστραγγιστικών παρεμβάσεων με κατάχρηση όμως αυτών των δέντρων.  Ξένα προς την χλωρίδα της περιοχής τα παραπάνω δέντρα στέγνωσαν πολύ γρήγορα το έδαφος κι έτσι εξαφανίστηκε κάθε άλλη βλάστηση και ζωϊκή ύπαρξη που προϋπήρχε. Την δενδροφύτευση έκανε η Φιλοδασική Ένωση που ιδρύθηκε το 1925 και επιχορηγήθηκε για τον σκοπό αυτόν από το Βαλλιάνειο Κληροδότημα.

Κι ενώ το έργο προχωράει, το 1927 πέφτει στο τραπέζι η πρόταση για την εξοικονόμηση χρημάτων από το Κληροδότημα και διοχέτευση τους σε εξωραϊστικά έργα στο Αργοστόλι με πρώτο από όλα την κατασκευή δημοτικού ξενοδοχείου δια την προσέλκυση τουριστών στην πόλη στα πλαίσια οργανωμένης επαγγελματικής φιλοξενίας με την ταυτόχρονη δημιουργία θέσεων εργασίας. Η πρόταση εγκρίθηκε στις 19 Σεπτεμβρίου 1929 από την Επιτροπή αλλά το ξενοδοχείο  δεν κατασκευάστηκε ποτέ και ταλαιπώρησε επί πολλά χρόνια το Κοργιαλένειο Κληροδότημα με διενέξεις κι αντιδικίες καθώς έμειναν πίσω άλλα έργα όπως η αποξήρανση του Κουτάβου αφού  πακτωλός χρημάτων διοχετεύτηκε αλλού.

Πανοραμική άποψη του Αργοστολίου, της γέφυρας και του  Κούταβου, στις  31 Ιανουαρίου 1927

Κάπως έτσι στις 4 Σεπτεμβρίου 1931 το Κληροδότημα εγκαταλείπει τον δήμο αφήνοντας τον μόνο να ολοκληρώσει τα έργα που έχει ήδη αρχίσει  κι αποχωρεί από όσα οι δήμαρχοι βασίζονταν σε αυτό για βελτιώσεις στην ύδρευση, τον φωτισμό, την οδοποιΐα, τις συγκοινωνίες και φυσικά την συνέχεια της αποξήρανσης των ελωδών εκτάσεων της λιμνοθάλασσας. Ευτυχώς που στις 12 Αυγούστου 1931 είχε δημοπρατηθεί η συνέχεια του περιφερειακού δρόμου Κουτάβου στον εργολάβο Ευάγγελο Μοντεσάντο αντί 450.000 δραχμών. Προχωρώντας από το αντλιοστάσιο μέχρι την γέφυρα επάνω στα χνάρια του πανάρχαιου δρόμου, ο οποίος αποτελούσε για χρόνια την μοναδική βορειοανατολική πρόσβαση στο Αργοστόλι δεν συνάντησε ιδιαίτερα προβλήματα διάνοιξης αφού ακολούθησε τον ομαλό παραθαλάσσιο δρόμο, που λόγω του νοσογόνου κλίματος του Κουτάβου είχε εγκαταλειφθεί.

Η κατασκευή του ξεκίνησε τον Οκτώβριο του ίδιου χρόνου και χρηματοδοτήθηκε από τους τόκους του Κοργιαλένειου Κληροδοτήματος. Πέρασε από το εκκλησάκι των Αγίων Αποστόλων και τους Μύλους  φτάνοντας πολύ γρήγορα κι εύκολα στην είσοδο της γέφυρας όπου ένα χρόνο πριν είχε επιχωματωθεί το τμήμα απέναντι από το βυρσοδεψείο των αδελφών Στίβα.

Έτσι ο δρόμος που ξεκίνησε από τα Λυκιαρδοπουλάτα το 1912 έκλεισε τον κύκλο της διαδρομής του 19 χρόνια αργότερα με επιπλέον σκοπό να ανακουφίσει την γέφυρα από τα βαρέα τύπου οχήματα καθώς ήδη από την δεκαετία του 1930 ο τύπος της εποχής έκρουε τον κώδωνα του κινδύνου για την στατικότητα και λειτουργικότητα της γέφυρας.

Την ίδια εποχή  η Φιλοδασική Ένωση ξεκινάει να δενδροφυτεύει όλη την πλαγιά μέχρι τα όρια της δεξαμενής και κάπως έτσι περνάει ακόμα μια δεκαετία κατά την οποία  η Γεωργική Σχολή έχει αμελήσει την συντήρηση και τον καθαρισμό των αποχετευτικών αυλάκων και τάφρων καθώς και  γύρω από το κρηπίδωμα που ξεκινάει από το αντλιοστάσιο, όπως καταγράφεται  σε έγγραφο της 24ης Απριλίου 1940 του δημάρχου Κωνσταντίνου Γεράκη προς τον μητροπολίτη και πρόεδρο της Κοργιαλένειου Επιτροπής.

Δενδροφύτευση Κουτάβου 1933-1934

Άποψη της επικλινούς δενδροφυτευμένης περιοχής στο ύψος των Αγίων Αποστόλων

Φτάνουμε στην εποχή που  τα σύννεφα του πολέμου μαζεύονται απειλητικά πάνω από την χώρα μας  αλλά ανάμεσα στα έτη 1939 και 1940 παρεμβαίνουν τα Υπουργεία Γεωργίας  και Συγκοινωνίας  βάσει του Α.Ν. 2076 ‘’ περί προωθήσεως της καλλιεργείας εις την κοιλάδα Κραναίας της Νήσου Κεφαλληνίας’’ και ξεκινούν αποστραγγιστικά έργα στον Κούταβο από την θάλασσα προς την πεδιάδα.

Πρώτη τους εργασία υπήρξε η διαπλάτυνση του  πρώτου χάνδακα σε μήκος έως τα 30 μέτρα από 1.80 μ. πλάτος που ήταν αρχικά σε 6 μέτρα αφού γκρέμισαν την τσιμεντένια επίστρωση, σύμφωνα με τις γνωματεύσεις της 1ης Δεκεμβρίου 1951 του Διευθυντή Γεωργίας Κεφαλληνίας  Γεωργίου Παπαποστόλου και του Δασάρχη Κεφαλληνίας Ηλία Πολίτη.

Ο χάνδακας αποστράγγισης των υπουργείων Γεωργίας και Συγκοινωνίας το 1940

Με το ξέσπασμα του πολέμου και κατά την διάρκεια του  όλα τα έργα σταματούν, οι χάνδακες αποστράγγισης εγκαταλείπονται και γεμίζουν υδροχαρή  φυτά και λιμνάζοντα ύδατα. Μεταπολεμικά το τοπίο  στην περιοχή έχει αλλάξει δραματικά. Η πρώτη μεταβολή έγινε στα Λυκιαρδοπουλάτα όπου οι στρατοί κατοχής με τις μεγάλες ανάγκες τους σε καύσιμη ύλη  αποψίλωσαν το άλσος και κατέστρεψαν την πέτρινη περίφραξή του. Ακολούθησαν οι απλοί πολίτες που εκείνα τα δύσκολα χρόνια προσπαθούσαν να επιβιώσουν με κάθε τρόπο και προμηθεύονταν την  ξυλεία τους από τον ίδιο χώρο. Κάποιοι ευκάλυπτοι που ακόμα υπάρχουν στα Λυκιαρδοπουλάτα σώθηκαν γιατί το μέγεθος του κορμού τους δεν προσφερόταν για πριόνισμα με τα μέσα της εποχής.

Ιταλοί αλεξιπτωτιστές το 1941 μπροστά από το άλσος των Λυκιαρδοπουλάτων στα αριστερά όπου διακρίνονται τα δένδρα και η πέτρινη περίφραξή του

Το ίδιο συνέβη και με τον Κούταβο που αποψιλώθηκε πολύ πιο γρήγορα από όσο χρειάστηκε η Φιλοδασική Ένωση να τον δενδροφυτεύσει με πολύ κόπο και χρήμα όπως είδαμε παραπάνω.  Ταυτόχρονα, το χρηματικό αποθεματικό του Κοργιαλένειου Κληροδοτήματος έχει εξανεμιστεί με τον πληθωρισμό της κατοχής  κι η  αποξήρανση της λιμνοθάλασσας θα επιτευχθεί τελικά  μετά από ένα τρομαχτικό γεγονός.

Μετά τους σεισμούς του 1953

Σε λίγο οι καταστροφικοί σεισμοί του 1953 θα μεταβάλλουν οριστικά κι αμετάκλητα την έκταση της λιμνοθάλασσας όχι ως αποτέλεσμα του φυσικού φαινομένου αλλά από ανθρώπινη παρέμβαση.  Ο Κούταβος εκτός της καταβύθισής του γύρω στα 14 εκατοστά λόγω της κλίσης που πήρε το νησί από δυτικά προς ανατολικά, έμεινε ανεπηρέαστος από το γεωλογικό φαινόμενο.

Σπίτια, δημόσια κτίρια κι επαγγελματικοί χώροι σωριάστηκαν ως χάρτινοι πύργοι παρασύροντας στον θάνατο εκατοντάδες ανθρώπους και μαζί με αυτά το μηχανοστάσιο της ύδρευσης στον Κούταβο και τις γύρω από αυτόν εκκλησίες των Αγίων Αποστόλων, του  Αη Γιάννη δίπλα στην πηγή και της Αγίας Τριάδας στον υπερκείμενο λόφο πάνω από τη Νερομάνα που αναφέρεται στο Πρακτικό της Λατινικής Επισκοπής του 1264. Άντεξε μόνο  η πρώτη πέτρινη δεξαμενή στον λόφο.

Τα ερείπια της Αγίας Τριάδας 

Όλα αυτά τα ερείπια και μπάζα κάποιοι έκριναν ότι για ευκολία έπρεπε να πέσουν στην λιμνοθάλασσα κι ιδιαίτερα στο νοτιοδυτικό τμήμα της από τα Λυκιαρδοπουλάτα μέχρι τις πηγές.  Εκείνο το τεράστιο σε όγκο υλικό  επιχωμάτωσε την ακτογραμμή μέχρι και τον μυχό του Κουτάβου κι έτσι  η λιμνοθάλασσα έχασε σημαντικό τμήμα της.

Μπάζωμα Κουτάβου μετασεισμικά

Ο παραλιακός δρόμος τριπλασιάστηκε σε πλάτος, επιχωματώθηκαν  και καταστράφηκαν  τα λιμενοκράσπεδα που είχαν φτιαχτεί επί Αγγλοκρατίας ενώ την ίδια ώρα  δημιουργήθηκαν νέα στρέμματα γης κι ανεκτίμητη περιουσία προς όφελος του δημοσίου.

Για να αντιληφθούμε καλύτερα την μετάλλαξη του τοπίου, πάνω σε αυτήν την γη χτίστηκε μετασεισμικά το 1.500 τ.μ. στάδιο Ανδρέας Βεργωτής κι αργότερα το κλειστό γυμναστήριο Αντώνης Τρίτσης.

Η κατασκευή του σταδίου Ανδρέας Βεργωτής  το 1955

Το μονοπάτι που περνούσε κάτω από τον μαντρότοιχο της κάτω Γεωργικής Σχολής διαπλατύνθηκε κι έγινε  λεωφόρος, η ακτογραμμή καταβρόχθισε τη λίμνη με τα μπάζα να τραυματίζουν ανεπανόρθωτα το περιβάλλον του Κουτάβου και να καταστρέφουν έναν μοναδικό θαλάσσιο χώρο.

Ο δρόμος κάτω από την Γεωργική Σχολή κατά την πρώτη φάση διάνοιξής του

Στην συνέχεια, το κράτος παραχώρησε το άλσος των Λυκιαρδοπουλάτων για την πρόχειρη στέγαση των επαγγελματιών μετασεισμικά όπως και  τη νέα διαμορφωμένη ακτογραμμή όπου εγκαταστάθηκαν επίσης βιοτεχνίες και συνεργεία με την μορφή ακαλαίσθητων αποθηκών, λαμαρινοκατασκευών και Τολ που βίαζαν οπτικά το τοπίο μέχρι το τέλος του προηγούμενου αιώνα.

Ακαλαίσθητες κατασκευές κατά μήκος της ακτογραμμής του Κουτάβου από Λυκιαρδοπουλάτα μέχρι το στάδιο Ανδρέας Βεργωτής

Μέσα στον Κούταβο και μάλιστα δίπλα στις πηγές εγκαταστάθηκε στην συνέχεια το πιο ρυπογόνο συγκρότημα κατασκευής ασφαλτοψηφίδας, η γνωστή ΜΟΜΑ, που ανέλαβε τον τομέα του οδικού δικτύου του νησιού, χαιρετίστηκε από τους κατοίκους ως  μεγάλη συμβολή στην αποκατάσταση του μετασεισμικά  και πρόσφερε τις υπηρεσίες της για πολλά χρόνια μέχρι τελικά να αναχωρήσει.

Ο καπνός από την πισσάσφαλτο που παρήγαγε δημιουργούσε σοβαρά προβλήματα στο οικοσύστημα και παρότι μετά από διαμαρτυρίες φορέων  υποχρεώθηκε να βάλει φίλτρα, τα κατάλοιπα του καθαρισμού τα οποία θάβονταν σε διπλανό παράκτιο όρυγμα εξαφάνισαν μεγάλο μέρος της θαλάσσιας πανίδας όπως την μικρή γαρίδα.

Οι τελευταίες παρεμβάσεις στην γεωμορφολογία του  Κουτάβου έγιναν επί δημαρχίας Μαρίνου Φωκά Κοσμετάτου(1975-1978) όταν μετεβλήθη το Ποντικονήσι σε χερσόνησο και κατασκευάστηκε ο  πεζόδρομος κατά μήκος της ακτής, που ξεκινάει από το ύψος του σταδίου.

Για την δημιουργία της χερσονήσου μεταφέρθηκαν μπάζα προς το Ποντικονήσι ώστε να διαμορφωθεί διάδρομος πλάτους 5 μέτρων και μήκους 150 μέτρων εντός της λιμνοθάλασσας προς τη νησίδα που κατόπιν  δενδροφυτεύτηκε.

Η χερσόνησος και το Ποντικονήσι στις μέρες μας

Ο πεζόδρομος χαράκτηκε κατά μήκος της ακτογραμμής κι αφού πρώτα  μεταφέρθηκαν χιλιάδες κυβικά μπάζα  ώστε να καλυφθεί όλη  η γειτνιάζουσα βαλτώδης έκταση. Στην συνέχεια δενδροφυτεύτηκε με ροδοδάφνες, κουκουναριές, πεύκα κι ευκάλυπτους, που βλέπουμε ακόμα και σήμερα κατά μήκος της οδού.

Όπως είδαμε και παραπάνω το μόνο τμήμα του Κουτάβου που έμεινε σχεδόν ανεπηρέαστο κι όπως περίπου ήταν από την εποχή της αρχαίας Κράνης είναι το ανατολικό. Εκεί που προϋπήρχε ο αρχαίος δρόμος από την είσοδο της γέφυρας, κάτω από τους Μύλους και την Μονή των Αγίων Αποστόλων. Το παλαιότερο μετόχι του Αγίου Γερασίμου κτισμένο στην περιοχή  από το 1568, είναι το  μέρος στο οποίο έφθασε το 1626 το πρώτο Ελληνικό τυπογραφείο της Ανατολής από τον μετέπειτα επίσκοπο Κεφαλονιάς, Ζακύνθου κι Ιθάκης  Νικόδημο Μεταξά, ο οποίος το αγόρασε στην Αγγλία. Πριν το μεταφέρει   στην Κωνσταντινούπολη και κατά την διάρκεια του ταξιδιού του, έκανε μια στάση  στο νησί μας και το  λειτούργησε για κάποιους μήνες στο μοναστήρι του Αγίου στα Ομαλά και πιθανότατα τύπωσε εκεί και κάποια βιβλία.

Από τα πρώτα βιβλία που τυπώθηκαν σε συνεργασία Νικόδημου Μεταξά και πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Κύριλλου Λούκαρι

Σε σχέδια που φυλάσσονται στα αρχεία της Βενετίας υπάρχουν σκίτσα τα οποία δείχνουν οικήματα, το ναό και καλλιεργήσιμα χωράφια στην περιοχή του μετοχιού από τον 16ο αιώνα ενώ σε καταγραφή της κι η ιστορικός  Ζαπάντη Σταματούλα αναφέρει πως ήδη ο νοτάριος Ρωμανός τον χρονολογεί το 1568. Ο ναός των Αγίων Αποατόλων ήταν μικρός σε μέγεθος, μονόχωρος και φτιαγμένος από πέτρα με ξύλινη δίρριχτη στέγη όπως αναφέρει η  Ευρυδίκη Λειβαδά στην εργασία της ” Άγιοι Απόστολοι: Το μετόχι του Αγίου στον Κούταβο- Ιστορία και αναμνήσεις”.

Το 1852 το μετόχι δεν κατοικείται πια αλλά τα κτήματα του καλλιεργούνται από σέμπρους και την ημέρα της γιορτής του διοργανώνεται μεγάλο καλοκαιρινό πανηγύρι με τους Αργοστολιώτες να φτάνουν με  βάρκες από την απέναντι ακτή, συνήθεια που διατηρήθηκε  μέχρι και τους σεισμούς του 1953.

Σήμερα, μετά την ανασκαφή από την Εφορεία Αρχαιότητων Κεφαλληνίας και Ιθάκης στις 30 Ιουνίου 2023, διακρίνεται τμήμα του τοίχου  με την Ιερή Κόγχη και τα εκατέρωθεν τμήματά της.

Ο Ι.Ν. των Αγίων Αποστόλων μετά την ανασκαφή που πραγματοποιήθηκε από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Κεφαλληνίας και Ιθάκης  στις 30 Ιουνίου 2023

Κάποια στιγμή  πιθανόν τέλος του 19ου αιώνα ανατολικότερα του ναού πάνω από τα κτήματα του  στο βουναλάκι, άγνωστο ποιος, ζωγράφισε σε βαθούλωμα μεγάλου βράχου την μορφή του Αγίου Γερασίμου  που οι πιστοί θεωρούν ότι από εκεί  ευλογεί το Αργοστόλι και προστατεύει την ιδιοκτησία του Μοναστηριού.

Η βραχογραφία στις μέρες μας, σε φωτογραφία Χαράλαμπου Βασιλάτου

Συνοψίζοντας την ιστορία του Κουτάβου θα λέγαμε ότι είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας του Αργοστολίου γιατί με τις ανθρωπογενείς παρεμβάσεις στον υδροβιότοπο δημιουργήθηκε ένα μεγάλο τμήμα της πόλης.

Παρεμβάσεις και μεταβολές που δεν οφείλονται σε φυσικές δυνάμεις αλλά στην ανάγκη του ανθρώπου από τα αρχαία ακόμα χρόνια να ελέγξει, να τιθασεύσει και να εκμεταλλευτεί το φυσικό περιβάλλον.

Με μωβ χρώμα η αρχική έκταση της λιμνοθάλασσας κι η συνολική αποτύπωση των μεταβολών  του Κουτάβου από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, στην κόκκινη κουκίδα ο ναός του Αγίου Νικολάου των Ξένων (από την εργασία της αρχιτέκτονος Άννας Μαρίας Νάτση, Άνθρωπος και Λιμνοθάλασσα Μια αμφίδρομη σχέση- Η περίπτωση του Κουτάβου)

Ουσιαστικά, η εξέλιξη του Αργοστολίου οφείλεται στην λιμνοθάλασσα του Κουτάβου, που κατάφερε όμως να προσαρμοστεί στις κάθε φορά παρεμβάσεις και να συνεχίσει να υπάρχει ως σημαντικός υδροβιότοπος.Σύμφωνα με το Κέντρο Περιβαλλοντικής Ενημέρωσης Κουτάβου η χλωρίδα του Κουτάβου περιλαμβάνει 491 είδη και 15 ενδημικά του Ελλαδικού
χώρου, 6 εκ των οποίων είναι ενδημικά των Ιονίων νήσων. Η δε πανίδα του  περιλαμβάνει πάνω από 70 είδη πτηνών μεταναστευτικά και μη.

Χλωρίδα Κουτάβου, από την έκδοση του Υπουργείου Συντονισμού ”Βασικοί Υγρότοποι της Χώρας”, εκδ. Σ. Δωρικός 1981

Πηγές:

  1. Δεμπόνος Αγγελοδιονύσης:  Η Γένεση και τα Πάθη μιας Πολιτείας, Αργοστόλι   1981

                                            Το χρονικό του σεισμού, Αργοστόλι 1976

                                            Μαρίνος Κοργιαλένιος, εκδ.ΝΕΛΕ Κεφαλονιάς 1989

                                    Κούταβος το χρονικό ενός βάλτου, έκδ. Δ. Αργοστολίου 1999

  1. Κοργιαλένειος Μαρίνος, Αντίγραφο  Διαθήκης του, εκδοθείσας στο Λονδίνο το 1910
  1. Λουκάτος Γεράσιμος, Εικόνες και θύμησες από την παλιά Κεφαλονιά – Βιώματα μαρτυρίες 
  2. Μοσχόπουλος Γεώργιος: Ιστορία της Κεφαλονιάς Τόμοι Α’ και Β’, εκδ. Κέφαλος Αθήνα   1988 και 1990
  1. Νάτση Άννα Μαρία, Άνθρωπος και Λιμνοθάλασσα Μια αμφίδρομη σχέση- Η περίπτωση του Κουτάβου
  1. Πάρτς Ιωσήφ(Partsch): Κεφαλληνία και Ιθάκη-Γεωγραφική Μονογραφία 1892, Αναστατικές Εκδόσεις Δ.Καραβία Αθήνα 1982
  1. Τζουγανάτος Νικόλαος, Μελετήματα Ιστορίας και Λαογραφίας της Κεφαλονιάς,ΈΚΔΟΣΗ ΤΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΛΕΙΒΑΘΩ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑΣ 1996
  1. Τσιτσέλης Ηλίας, Κεφαλληνιακά Σύμμικτα, τ. Α΄ και Β΄, Αθήνα 1904 και 1960
  1. Μηλιαράκης Αντώνιος:Γεωγραφία πολιτική νέα και αρχαία του νομού Κεφαλληνίας, εκδ. Αφων Πέρρη Αθήνησιν 1890 
  1. Λοβέρδος Κωστής-Ιωάννης, Ιστορία της νήσου Κεφαλληνίας, έτους 1888
  1. Ν.Φ Κοσμετάτος, Το Κάστρο του Αγίου Γεωργίου Κεφαλληνίας, εν Αθήναις 1966
  1. Charles James Napier, The Colonies treating of their value generally–of the Ionian Islands in particular … Strictures on the administration of Sir Frederick Adam, London 1833
  1. Δρ. Μαρίνου Σάλομον ”La Statistica Generale dell’ Isola di Cefalonia), 1859
  1. Βασικοί Υγρότοποι της Χώρας, έκδ. Σ. Δωρικός 1981

15.  Ευρυδίκη Λειβαδά ’’ Άγιοι Απόστολοι: Το μετόχι του Αγίου στον Κούταβο – Ιστορία και αναμνήσεις’’ από την  ομιλία της στις 30 Ιουνίου 2023 δημοσίευσης στο περιοδικό «ΟΔΥΣΣΕΙΑ

16. Ζαπάντη Σταματούλα, Κεφαλονιά 1500-1571, εκδ.University Studio Press Θεσσαλονίκη 1999

17. Φωκάς Κοσμετάτος Μαρίνος, Δυο Δημαρχίες στο Αργοστόλι

18.Φωτογραφίες από το  Κοργιαλένειο Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο

19.Συλλεκτική έκδοση της Κοργιαλένειου Βιβλιοθήκης Η ΠΑΛΙΑ ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ ΕΝΑΣ ΑΤΕΛΕΙΩΤΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ. Tόμος   πρώτος

 

Ακολουθήστε το kefaloniapress.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις..

Προσθέστε το δικό σας σχόλιο

Please enter your comment!

Captcha verification failed!
CAPTCHA user score failed. Please contact us!