Το 1997, στον Πλατύ Γιαλό, (φωτο) το Υπουργείο Περιβάλλοντος διοργάνωνε μια λαμπρή εκδήλωση για την Κεφαλονιά.
‘Τότε, η Κεφαλονιά βραβεύτηκε και προβλήθηκε ως “το καθαρότερο νησί της Ελλάδας” — ένας τίτλος τιμής, που δεν αποκτήθηκε με λόγια, αλλά με πράξεις: με υποδειγματική διαχείριση απορριμμάτων, με καθαρές ακτές, με κοινότητες που πρόσεχαν και προστάτευαν τον δημόσιο χώρο. Ήταν πριν 28 χρόνια.
Και σήμερα;
Τα sites καταγράφουν καταγγελίες. Τα social media βουίζουν. Κάδοι χωρίς καπάκια. Βουνά από σκουπίδια έξω από κάδους. Παράνομες χωματερές με τοξικά νέφη να σκεπάζουν χωριά, τα λαγγάδδια του Αϊνου γεμάτα ψυγεια, κουζίνες, αυτοκίνητα.
Η Κεφαλονιά όχι μόνο δεν θυμίζει το “καθαρότερο νησί”, αλλά κινδυνεύει να γίνει σύμβολο περιβαλλοντικής αδιαφορίας και ανεξέλεγκτου σκουπιδαριού.
Τι πήγε τόσο στραβά;
Ποιος άφησε τις υποδομές να ρημάξουν; Πού είναι η πολιτική βούληση, η τεχνογνωσία, η καθημερινή φροντίδα που απαιτεί ένα νησί με τέτοια φυσική ομορφιά , πολιτισμό και ιστορία;
Η περιβαλλοντική κατάρρευση δεν έγινε σε μία μέρα. Είναι αποτέλεσμα διαχρονικής αδιαφορίας, προχειρότητας και μιας τραγικής απουσίας σχεδίου. Και το τίμημα πληρώνεται καθημερινά: από τους κατοίκους που ζουν δίπλα στις εστίες μόλυνσης· από τους επαγγελματίες του τουρισμού που δίνουν μάχη με την εικόνα εγκατάλειψης· από τα ίδια τα παιδιά μας, που μεγαλώνουν σε έναν τόπο λιγότερο καθαρό, λιγότερο φροντισμένο, λιγότερο ελπιδοφόρο.
Το 1997 μπορεί να είναι παρελθόν. Αλλά η μνήμη είναι ακόμη ζωντανή. Και η ευθύνη βαραίνει σήμερα.
Γιατί το νησί μας δεν αξίζει τίποτα λιγότερο από εκείνη την παλιά του δόξα. Αρκεί κάποιος να το πιστέψει και να ξεκινήσει από τα βασικά: έναν καθαρό κάδο με καπάκι σε κάθε γειτονιά.